Με τον όρο συμμετοχικό σχεδιασμό εννούμε τη διαμόρφωση ενός προϊόντος με τη συμβολή των πιθανών χρηστών του στα στάδια διερεύνησης, σχεδιασμού και υλοποίησης του. Για το σκοπό αυτό υπάρχουν διάφορες μέθοδοι που μπορεί κανείς να ακολουθήσει οι οποίες στον πυρήνα τους έχουν τα συμμετοχικά σχεδιαστικά εργαστήρια όπου λαμβάνουν μέρος εκπρόσωποι από τις ομάδες χρηστών, σχεδιαστές, προγραμματιστές και όσοι παίρνουν επιχειρηματικές αποφάσεις. Το σύνολο της ομάδας επικεντρώνεται στην άμεση αναγνώριση των αναγκών των χρηστών, των τεχνικών περιορισμών αλλά και της επιχειρηματικής οπτικής και βάσει αυτών αναζητούν βιώσιμες λύσεις σε ένα προκαθορισμένο πρόβλημα.
Στην περίπτωση μας, ο σχεδιασμός της κάθε λειτουργικότητας της πλατφόρμας γίνεται σε κύκλους και βασίζεται στη συμμετοχή της ομάδας στις συζητήσεις πάνω σε ένα προκαθορισμένο θέμα, στα τεστ χρησιμότητας και χρηστικότητας προσχεδίων ή και πρωτοτύπων καθώς και στα ερωτηματολόγια, τα δεδομένα των οποίων αποτελούν τη βάση για τις μετέπειτα συναντήσεις ερμηνείας και σχεδιασμού από την ομάδα σχεδιασμού και ανάπτυξης της πλατφόρμας. Οι προτάσεις σχεδιασμού οδηγούν σε νέα προσχέδια ή και πρωτότυπα τα οποία θα αξιολογούνται από την ομάδα χρηστών σε επόμενο εργαστήριο. Ο κάθε κύκλος ξεκινά από διερεύνηση, περνώντας στη συνέχεια στην αξιολόγηση και την επαλήθευση.
Διερευνητικές συζητήσεις σε θεματικές ενότητες (focusg roups)
Οι ομάδες συζήτησης είναι τύπος έρευνας μέσα από την οποία μπορούν να συλλεχθούν απόψεις, ιδέες και γνώση μέσα από την ανάδραση των συμμετεχόντων πάνω σε συγκεκριμένη θεματολογία. Στόχος αυτών των συζητήσεων είναι να προκύψουν οι επιθυμίες των χρηστών για το σύστημα σχετικά πάντα με το τρέχων θέμα. Πλεονέκτημα τηςμεθόδου αυτής είναι ότι δίνεται βαρύτηταστην ανταλλαγή απόψεων και πρακτικών όπως και στα πλαίσια κοινωνικής συναναστροφής, όπου οισυμμετέχοντες εκφράζονται ελεύθερα με άμεση απεύθυνση στην ομάδα. Κατά τη διάρκεια αυτών των συζητήσεων δεν τίθενται απαραίτητα ερωτήσεις από την πλευρά των συντονιστών που πρέπει να απαντηθούν από μεμονωμένα άτομα αλλά ενθαρρύνονται οι αυθόρμητες απαντήσεις από μέλη της ομάδας που έχουν καθορισμένη άποψη επί του θέματος.
Το σύνολο των συμπερασμάτων της συζήτηση τροφοδοτεί στη συνέχεια την κατασκευή προσχεδίων χρήσιμων για τη φάση των τεστ χρησιμότητας και χρηστικότητας.
Τεστ χρηστικότητας πρωτοτύπων
Τα τεστ χρηστικότητας είναι συμπεριφοριακός τύπος έρευνας κατά τη διάρκεια των οποίων οι χρήστεςτης όμαδας έρχονται σε επαφή με προσχέδια ή πρωτότυπα του συστήματος και καλούνται σε διάδραση με αυτά βάσει προκαθορισμένων σεναρίων χρήσης. Στόχος είναι να αξιολογηθεί ο βαθμός χρηστικότητας του συστήματος με βάση συγκεκριμένα κριτήρια. Πλεονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι ότι προκύπτουν ποσοτικά αποτελέσματα σε σχέση με τα προβλήματα ενός συστήματος και τις δυνατές βελτιώσεις του. Συνήθως αρκούν ομάδες των 5 ατόμων για να εντοπίσουν 80% των προβλημάτων ενός συστήματος, οπότε και μια ομάδα των 15 ατόμων μπορεί να διασπαστεί με βάση τους ρόλους και τα σενάρια χρήσης που αφορούν τον κάθε ρόλο. Ο συντονιστής κάθε ομάδας παίρνει το ρόλο το μαθητευόμενου κατά τη διάρκεια των τεστ, χωρίς να απαντά ευθέως σε ερωτήσεις των συμμετεχόντων, ώστε να διατηρήσει όσο το δυνατό μικρότερο το βαθμός μεροληψίας. Εκτός από τον συντονιστή υπάρχουν και η ομάδα υποστήριξης που παρατηρεί και κρατάει σημειώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια.
Ερωτηματολόγια
Τα ερωτηματολόγια δίνονται στους χρήστες στο τέλος κάθε εργαστηρίου, είναι σύντομης διάρκειας (~10 λεπτών) και σχετίζονται με την εκλαμβανόμενη χρησιμότητα, ευκολία χρήσης,πρόθεση, διάθεση, διάδοση κλπ. Αποτελούνται από ερωτήσεις που δεν μπορούν να απαντηθούν κατά τη φάση του τεστ συγκεκριμένων ενεργειών. Οι ερωτήσεις έχουν τη μορφή συνέντευξης περισσότερο (ερωτήσεις σε σχέση με την πραγματική συμπεριφορά των χρηστών, δηλαδή συχνές ενέργειες ή ενέργειες που έχουν κάνει οι χρήστες στο παρελθόν) και βασίζονται στο μοντέλο αποδοχής τεχνολογίας καθώς και στις ερωτήσεις τουμοντέλου System Usability Scale (SUS). Πρέπει να υπάρχει πρόνοια ώστε οι ερωτήσεις να μην έχουν υποθετικό χαρακτήρα και να μην απευθύνονται σε μελλοντικές ενέργειες του χρήστη τύπου ‘θα χρησιμοποιούσατε αυτό το προϊόν στο μέλλον?’ Πώς θα ήθελες να μπορείς να κάνεις ένα συγκεκριμένο πράγμα?’ Οι απαντήσεις που δίνονται σε παρόμοιου τύπου ερωτήσεις τις περισσότερες φορές είναι αναξιόπιστες καθώς οι δηλώσεις δε μεταφράζονται σεενέργειες και οι χρήστες συχνά σχηματίζουν διαφορετικά νοητικά μοντέλα από τους ερωτούντες